Τρίτη 22 Ιουλίου 2014

Η προαιώνια κραυγή των Προγόνων μας: ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ!

Η προαιώνια κραυγή των Προγόνων μας: ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ!
Ὦ ξεῖν', ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα, τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι.
 
Οφείλω να ομολογήσω ευθύς εξαρχής ότι είναι εξόχως δύσκολο να πραγματοποιήσει κανείς μία ιστορική προσέγγιση, στερούμενη των αναπόφευκτων και κατά τη γνώμη μου θεμιτών μεταφυσικών συνειρμών που επάγονται από την Μάχη των Θερμοπυλών. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να πραγματοποιηθεί τοιαύτη η προσπάθεια, διότι πολύ απλά μία τέτοια προσπάθεια θα εδραζόταν σε ψευδεπίγραφα θεμέλια και ως εκ τούτου θα ήταν εκ προοιμίου λειψή, αφού είναι αδύνατη η ερμηνεία πράξεων που ξεπέρασαν την ανθρώπινη φύση, με ανθρώπινα κριτήρια. Όπως αναλόγως στρεβλή είναι θεώρηση ή η προσπάθεια θεώρησης άλλων ιστορικών γεγονότων εθνοφυλετικής υφής με βάση μεταγενέστερες θεωρίες οικονομικού – υλιστικού περιεχομένου.

Φυσικά, το παρόν δεν αποτελεί πρόλογο μίας μεταφυσικής προσεγγίσεως, αλλά αντιθέτως μία απόπειρα συγκερασμού του μύθου και των ιστορικών γεγονότων, αφού στην Ελληνική Σκέψη, όπως αυτή επάγεται από τους προσωκρατικούς φιλοσόφους και καταλήγει στους σύγχρονους Τιτάνες της Σκέψεως, όπως ο Παλαμάς, ο Σικελιανός, ο Καζαντζάκης, ο Νίτσε, αλλά και την Θεία Λαϊκή Παράδοση, η οποία μεταλαμπαδεύει την αλήθεια του Γένους μας από τις παλαιότερες γενιές στις νεότερες, αυτά είναι αλληλένδετα. Σε μία Λαϊκή Παράδοση, σημειωτέον, που προκαλεί αλλεργία στο σύνολο του μεταπολιτευτικού κατεστημένου, είτε μιλάμε για την εθνοαποδομητική αριστερά, είτε για την εξίσου εθνοαποδομητική δεξιά.

Εξετάζοντας τα γεγονότα πέριξ της Μάχης των Θερμοπυλών, οφείλουμε να άρξουμε την σκέψη μας από την πρώτη περσική εισβολή στην Ελλάδα και να καταλήξουμε στον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Μόνο έτσι μπορεί ιστορικά να αντιμετωπιστεί το ζήτημα, αφού σε κάθε ιστορικό γεγονός είναι εξίσου σημαντική η εξέταση του ιστορικού υποβάθρου, αλλά και των αποτελεσμάτων που αυτό έφερε. Αντιθέτως κοιτώντας το ζήτημα από την μεταφυσική σκοπιά, αρκεί να εστιάσουμε στην στιγμή του θανάτου του Βασιλέα Λεωνίδα, ώστε να πλησιάσουμε όσον το δυνατόν εγγύτερα στην πνευματική αποθέωση του Λεωνίδα, την στιγμή που ο Βασιλέας των Λακεδαιμονίων ποίησε εαυτόν ισόθεο, γενόμενος η ζωντανή και πιο ισχυρή κατάφαση της Αρχαίας Ελληνικής Σκέψεως, αλλά και των πόθων ολόκληρου του Γένους μέχρι σήμερα, γεγονός αναμενόμενο που οφείλεται, στην αδιάσπαστη φυλετική συνέχεια των Ελλήνων, αλλά και την επιβεβαιώνει με άλλον έναν τρόπο.

Ξεκινώντας από την πρώτη εισβολή των Περσών και το «μέμνησο των Αθηναίων» που είχε διατάξει ο Δαρείος να του λένε οι υπηρέτες του για να μην ξεχνάει την Ιωνική Επανάσταση, φτάνουμε στη Μάχη του Μαραθώνα και την αποφασιστική νίκη, όπου «Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι, χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν» και οδήγησε στην αποχώρηση των Περσικών δυνάμεων από τον ελλαδικό χώρο, πλην των Κυκλάδων, της Θράκης και της Μακεδονίας. Ήταν η πρώτη φορά που η ασιατική πλημμυρίδα, αρχόμενη από τους Πέρσες, σταματούσε πριν κατακλύσει ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο. Λίγα χρόνια αργότερα θα ερχόταν η δεύτερη, όμως κανείς δεν μπορεί να περάσει έστω και νοητά από τον Τύμβο των Μαραθωνομάχων, χωρίς να μνημονεύσει τον Κυναίγειρο, τον αδερφό του Αισχύλου, ο οποίος προσπάθησε να σταματήσει μόνος του, με τα χέρια του, μία περσική τριήρη, και βρήκε τραγικό θάνατο και περνώντας στο πάνθεον των Ηρώων του Γένους μας.

Ο Λεωνίδας

Πριν προχωρήσουμε στο πεδίο της Μάχης, αξίζει να δούμε κάποιες λεπτομέρειες σχετικώς με το πρόσωπο του Βασιλέα Λεωνίδα, του αδιαμφισβήτητου πρωταγωνιστή, τόσο της Μάχης, όσο και του μύθου που έχει δημιουργεί γύρω από αυτήν. Ο Λεωνίδας ήταν ένας από τους τέσσερις γιούς του Αναξανδρίδα και συγκεκριμένα ο τρίτος στην σειρά. Καταγόταν από την Δυναστεία των Αγιαδών, η οποία έπαιρνε το όνομα της από τον Άγι, εγγονό του Αριστόδημου του Ηρακλείδη που πιστευόταν ότι ήταν απόγονος του Ηρακλή. Ανέβηκε στο ένα σκέλος του διπλού σπαρτιατικού θρόνου το 488 π.Χ., 8 χρόνια πριν από την Μάχη των Θερμοπυλών και μόλις δύο χρόνια μετά από την Μάχη του Μαραθώνα. Παντρεύτηκε την κόρη του Κλεομένη, Γοργώ, και απέκτησε έναν υιό τον Πλείσταρχο. Κάποια σημεία που αξίζει να τονισθούν σχετικώς με τον Βασιλέα Λεωνίδα είναι πρώτον ότι γνώριζε εκ του χρησμού της Πυθίας την κατάληξη της Μάχης των Θερμοπυλών και δεύτερον ότι συμμετείχε σε αυτή την μάχη, όντας υπερήλικας για την εποχή του, ήτοι εξήντα χρονών.

Τα παραπάνω δύο γεγονότα φανερώνουν την ερασιθάνατη φύση και σκέψη, τόσο του Βασιλέα των Βασιλέων, Λεωνίδα, αλλά και γενικότερα της ελληνικής φυλετικής προδιάθεσης , όπως αυτή έχει εκφραστεί από την Αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας, με Ήρωες όπως ο Λεωνίδας, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο Κολοκοτρώνης, οι μαχητές του Αλβανικού έπους, οι νικητές του Συμμοριτοπολέμου και φυσικά τα παλικάρια της ΕΟΚΑ, που κρεμούσαν οι αγγλοσάξωνες «σύμμαχοι» μας. Δείχνουν τον απαράμιλλο ηρωισμό και την διάθεση για αυτοθυσία που διακατέχει τους Έλληνες, όταν το διακύβευμα είναι η Πατρίδα, η Φυλή και η Ελευθερία. Αυτό, σε πείσμα των θιασωτών του ιστορικού και διαλεκτικού υλισμού, ουδέποτε μετρήθηκε με βάση το χρήμα, ούτε μπόρεσε ποτέ να «ιδιωτικοποιηθεί», όντας ένα ψυχικό – φυλετικό χάρισμα, βαθύτατα κρυμμένο μέσα στο Αίμα των Λευκών Λαών. Ένα ψυχικό χάρισμα υπεράνθρωπο, τροχιοδεικτικό της ειμαρμένης ολοκλήρου της Φυλής.

Πριν από την Μάχη

Πλέον στον θρόνο της Περσίας βρισκόταν ο γιος του Δαρείου, ο Ξέρξης, ο οποίος ξεκινά άμεσα τις προετοιμασίες για να κάνει το όνειρο του πατέρα του πραγματικότητα. Ανακαταλαμβάνει την Αίγυπτο και περνά τον υπέρογκο στρατό του από τον Ελλήσποντο, όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος στον 35ο στίχο της Πολύμνιας. Από τους Έλληνες λαμβάνεται η απόφαση να κρατηθεί το στενό των Θερμοπυλών, που ήταν απαραίτητο για την διέλευση του περσικού στρατού, στην Νότια Ελλάδα, ενώ παράλληλα οι Αθηναίοι θα αντιμετώπιζαν τον περσικό στόλο στα στενά του Αρτεμισίου. Όσον αφορά την ναυτική δύναμη των δύο στρατευμάτων ο Ηρόδοτος  κάνει λόγο για 271 Ελληνικά πλοία που αντιμετώπισαν 800 περσικά.

Την περίοδο που επρόκειτο να γίνει η Μάχη, οι Σπαρτιάτες γιόρταζαν τα Κάρνεια και μια σύγκρουση σε εκείνη την δεδομένη στιγμή θα ήτο ιεροσυλία. Ο Χρησμός της Πυθίας, όμως, ήταν κατηγορηματικός: «ὑμῖν δ᾽, ὦ Σπάρτης οἰκήτορες εὐρυχόροιο, ἢ μέγα ἄστυ ἐρικυδὲς ὑπ᾽ ἀνδράσι Περσεΐδῃσι πέρθεται, ἢ τὸ μὲν οὐχί, ἀφ᾽ Ἡρακλέους δὲ γενέθλης πενθήσει βασιλῆ φθίμενον Λακεδαίμονος οὖρος. οὐ γὰρ τὸν ταύρων σχήσει μένος οὐδὲ λεόντων ἀντιβίην· Ζηνὸς γὰρ ἔχει μένος· οὐδέ ἑ φημί σχήσεσθαι, πρὶν τῶνδ᾽ ἕτερον διὰ πάντα δάσηται.». Η Σπάρτη θα χαθεί εκτός αν θρηνήσει έναν Βασιλέα. Αυτό στο μυαλό του Λεωνίδα, αλλά και των εφόρων κάνει την ανάγκη να σταλεί δύναμη στις Θερμοπύλες, υπό τον Λεωνίδα, επιτακτική. Σε πείσμα των ατομιστών και των υλιστών, είτε αυτοί ονομάζονται μαρξιστές, είτε φιλελεύθεροι, ο Βασιλέας Λεωνίδας δια του χρησμού που έλαβε από το Μαντείο των Δελφών, θέτει την ζωή του στην υπηρεσία του Έθνους, φτύνοντας κατάμουτρα, όπως θα δούμε και στην συνέχεια, την ταξική πάλη που ευαγγελίζεται ο κομμουνισμός και την ευημερία του χρήματος που υπόσχεται δόλια ο φιλελευθερισμός. 

Έτσι αποφασίζεται μία δύναμη σπαρτιατική με επικεφαλής τον Βασιλέα Λεωνίδα να κινήσει άμεσα για τις Θερμοπύλες. Αυτή η δύναμη αποτελείται από τριακοσίους Ομοίους, οι οποίοι άφηναν γόνους, ώστε να συνεχιστεί η γενιά τους, συν φυσικά τους είλωτες και τους περίοικους που πάντα συνόδευαν τις σπαρτιατικές αποστολές. Στην πορεία ενώνονται με άλλους 2800 Πελοποννησίους, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ή 3000 σύμφωνα με τον Διόδωρο Σικελιώτη. Στην πορεία ενώθηκαν με τους 700 Θεσπιείς που έμελε να δεθούν μοιραία μαζί, αλλά και με πολεμιστές από την Θήβα, την Φωκίδα, αλλά Οπούντιους Λόκρους. Συνολικά σύμφωνα με τον Ηρόδοτο ένα στράτευμα 5 ή 6 χιλιάδων ανδρών κίνησε προς τις Θερμοπύλες, ενώ ο Διόδωρος ο Σικελιώτης κάνει λόγο για 7 με 7,5 χιλιάδες. Ο Παυσανίας, διαφωνώντας για τον αριθμό των Λόκρων με τους προηγούμενους δύο κάνει εν τέλει λόγο για 11 χιλιάδες άνδρες που έφτασαν στις Θερμοπύλες για να αντιμετωπίσουν τα στίφη των βαρβάρων, τον πολυφυλετικό και πολυεθνικό στρατό των Περσών, για τον οποίο  ο Ηρόδοτος λέει ότι αποτελούταν από δυόμιση εκατομμύρια άνδρες. 

Φτάνοντας στην περιοχή οι Φωκείς αναλαμβάνουν το χτίσιμο του προστατευτικού τείχους, το οποίο θα διασφάλιζε την μετέπειτα στρατηγική των Ελληνικών Δυνάμεων, ενάντια στα εκατομμύρια των βαρβάρων. Η στρατηγική σκέψη ήτο απλή μα ιδιοφυής, εντασσόμενη στα πλαίσια της κατά Clausewitz, όπου «κάθε ιδιαίτερη δραστηριότητα, για να διεξαχθεί με ορισμένη δεξιοτεχνία, απαιτεί και ιδιαίτερες διανοητικές και συναισθηματικές διαθέσεις. Εκεί όπου αυτές είναι εξαιρετικές σε υψηλό βαθμό και εκδηλώνονται με εξαιρετικά επιτεύγματα, το πνεύμα στο οποίον ανήκουν, θα περιγράφεται με το όνομα ιδιοφυία». Στα στενά των Θερμοπυλών η καταφανής αριθμητική υπεροχή των Περσών θα ήτο ήσσονος σημασίας εμπρός στην ποιοτική ανωτερότητα του Ελληνικού Στρατού και της Φάλαγγας των Λακεδαιμονίων που θα καταλάμβανε το κέντρο της παράταξης.

Ο Ξέρξης απέστειλε κατασκόπους για να εποπτεύσει την Ελληνική δύναμη, οι οποίοι επιστρέφοντας ανέφεραν στον βασιλιά τους ότι οι Σπαρτιάτες γυμνάζονταν και χτενίζονταν, γεγονός που ο εξόριστος Δημάρατος ερμήνευσε στον πέρση βασιλιά ως πρόθεση να υπερασπιστούν τα στενά μέχρι θανάτου. Γράφει σχετικά ο Ηρόδοτος στον στίχο 209 της Πολύμνιας, παραθέτοντας τα λόγια του Δημάρατου προς τον Ξέρξη: «Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἤρθανε νὰ μᾶς φιλονικήσουνε τὸ πέρασμα τοῦ στενοῦ καὶ γι’ αὐτὸ ἑτοιμάζονται· γιατὶ αὐτὴ ἡ συνήθεια ὑπάρχει σ’ αὐτούς· ἅμα εἶναι ἡ ὥρα νὰ κινδυνέψουνε τὴ ζωή τους, τότε στολίζουνε τὰ κεφάλια τους. Μάθε ὅμως πὼς ἂν ὑποτάξης αὐτοὺς καὶ τοὺς ἄλλους ποὺ μείνανε στὴ Σπάρτη δὲν ὑπάρχει ἄλλος λαὸς ποὺ νὰ τολμήση νὰ σηκώση χέρι ἀπάνω σου. Τώρα λοιπὸν ἔχεις νὰ χτυπηθῆςμὲ τὴν πιὸ δοξασμένη ῾Ελληνικὴ πολιτεία καὶ μὲ τοὺς πιὸ γενναίουςτῶν ῾Ελλήνων».

Αμέσως μετά έστειλε αντιπροσωπεία να συναντήσει τους Σπαρτιάτες και να ζητήσει την υποταγή των Ελλήνων. Αντιγράφουμε από τα «Λακωνικά Αποφθέγματα» του Πλουτάρχου: «Κι όταν ο Ξέρξης του έστειλε επιστολή που έγραφε ότι “σου είναι δυνατόν να μη ματαιοπονείς· αλλά να γίνεις μονάρχης σ’ όλη την Ελλάδα, αν συνταχθείς μαζί μου”, του ανταπάντησε: “Αν γνώριζες τα καλά της ζωής, θα απέφευγες να επιβουλεύεσαι τα αγαθά των άλλων· για μένα είναι πολύ ανώτερος ο θάνατος για την υπεράσπιση της Ελλάδας από το να γίνω μονάρχης στους ομόφυλούς μου”. Κι όταν ο Ξέρξης του ξανάγραψε “στείλε τα όπλα”, του ανταπάντησε πάλι: “ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ”»! Το μεγαλείο, όμως, της Σπαρτιατικής Φάλαγγας που πολέμησε στις Θερμοπύλες, γνωρίζοντας τον επικείμενο θάνατο τους, δεν περικλείεται μοναχά στην φράση «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ» του Βασιλέα, αλλά και στην φράση του Διηνεκή, ο οποίος είπε, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Πολύμνια, 226): «Ὁ Τραχίνιος φίλος μας ὅλο καλὲς εἰδήσεις μᾶς φέρνει, ἀφοῦ οἱ Μῆδοι θὰ κρύβουνε τὸν ἥλιο καὶ ἡ μάχη θὰ γίνεται στὴ σκιά».

Τέτοια και ακόμη μεγαλύτερη ήτο η απαξία για την κοσμική ζωή και τις μικροαστικές ανησυχίες στην Αρχαία Ελληνική Σκέψη. Ακόμα και στην δημοκρατική Αθήνα που υποτίθεται αποτελεί το πρότυπο για την σύγχρονη μεταπολιτευτική δημοκρατία, το άτομο ερχόταν σε δεύτερη μοίρα εν συγκρίσει με ανώτερα ιδανικά όπως η Πατρίδα και το Έθνος. Αυτό είναι και μία βασική δομική διαφορά ανάμεσα στην Δημοκρατία των Αθηνών και την σύγχρονη «δημοκρατία» που βιώνουμε σήμερα, μία διαφορά που δείχνει την ασυμβατότητα τους και το ψευδές της δήθεν σύνδεσης μεταξύ της Δημοκρατίας του Περικλέους και του γεννήματος της Γαλλικής Επαναστάσεως που ονομάζεται κοινοβουλευτική δημοκρατία.

Η Μάχη

Ο Ξέρξης δεν ήθελε να πιστέψει την πρόβλεψη του Δημάρατου ότι οι Έλληνες θα παραμείνουν στις θέσεις του και θα αντιμετωπίσουν στα ίσια τον θάνατο. Μετά από τέσσερις ημέρες αναμονής, ο Ξέρξης δίνει το σήμα της επιθέσεως, απελπισμένος από την αναμονή. Πρώτα έστειλε τους Μήδους και τους Κισσίους με την εντολή να συλλάβουν ζωντανούς της Έλληνες υπερασπιστές της θέσεως. Οι Μήδοι και οι Κίσσιοι άρχισαν λοιπόν να πέφτουν κατά κύματα πάνω στο τείχος των αμυνομένων και να πεθαίνουν, αφού όπως αναφέρει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης οι Έλληνες υπερείχαν «ταῖς ἀρεταῖς καὶ τῷ μεγέθει τῶν ἀσπίδων». Αφότου είδαν ότι δεν μπορούσαν να διαπεράσουν τις πυκνές γραμμές των Ελλήνων και είχαν πολλές απώλειες, αποσύρθηκαν για να εμφανιστούν στο πεδίο της μάχης για πρώτη φορά οι Αθάνατοι, το επίλεκτο σώμα 10.000 ανδρών, οι οποίοι δεν κατάφεραν τίποτε περισσότερο από το να πεθάνουν, αφού «τα δόρατα τους ήτανε κοντύτερα από τα ελληνικά» και οι Λακεδαιμόνιοι «δείχνανε μὲ πολλοὺς τρόπους τί μποροῦνε νὰ κάμουνε ἄνθρωποι γυμνασμένοι στὰ πολεμικὰ πολεμώντας μ’ἀνθρώπους ἀγύμναστους», όπως αναφέρει σχετικά ο Ηρόδοτος.

Την δεύτερη ημέρα μάχης ο περσικός στρατός διατήρησε την ίδια τακτική, ελπίζοντας ότι οι λιγοστοί Έλληνες που φυλούσαν τα στενά δεν θα μπορούσαν να συνεχίσουν να αντιστέκονται. Οι Έλληνες, όμως, τους απέδειξαν ότι σφάλλανε γεμίζοντας τον τόπο, για άλλη μία ημέρα, με πτώματα, αναγκάζοντας τον Ξέρξη να αποσυρθεί αμήχανος στην σκηνή του, ώστε να σκεφτεί πως γίνεται να καμφθούν οι Έλληνες, ένα ερώτημα που έχει απασχολήσει πολλούς έκτοτε και ακόμα είναι αναπάντητο. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας ήρθε και παρουσιάστηκε στην σκηνή του Ξέρξη ο Εφιάλτης του Ευρυδήμου, ο άνθρωπος που έμελε να γίνει το πρότυπο για τους σύγχρονους πολιτικούς ταγούς της χώρας, ο οποίος έναντι αδρής αμοιβής πληροφόρησε τον Ξέρξη για το μονοπάτι που χρησιμοποίησε ο Υδάρνης και το σώμα των Αθανάτων, στο οποίο ήταν επικεφαλής, ώστε να περικυκλώσει τις Ελληνικές δυνάμεις.

Ύστερα από ολονύκτια πορεία οι Αθάνατοι, που ονομάζονταν έτσι γιατί μετά από κάθε μάχη έσπευδαν να αναπληρώνουν τις απώλειες τους, έφτασαν στην κορυφή του βουνού, εκεί που βρίσκονταν οι Φωκείς, όπως είχαν υποσχεθεί στον Βασιλέα Λεωνίδα. Οι δύο δυνάμεις μείναν αμφότερες έκπληκτες από την συνάντηση. Οι μεν Φωκείς αντιληφθήκαν πραγματικά τελευταία στιγμή τους προελαύνοντες μέσα από δάσος Αθανάτους, λόγω του ήχου που κάνανε τα πεσμένα φύλλα και οι δε Αθάνατοι δεν περίμεναν, το βρήκαν «αντίξοο», όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος, να βρουν στρατό σε αυτό το σημείο. Φοβούμενος ο Υδάρνης μην έχει να κάνει με Λακεδαιμόνιους ρώτησε τον Εφιάλτη από πού είναι αυτός ο στρατός και όταν έμαθε ότι είναι Φωκείς, έβαλε τους Αθάνατους σε θέσεις μάχης και άρχισε να «βρέχει» βέλη, αναγκάζοντας τους Φωκείς να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους.

Οι Έλληνες πλέον γνωρίζανε ότι είναι περικυκλωμένοι, είχαν και τον χρησμό του μάντη Μεγιστία ότι την άλλη μέρα θα πεθαίνανε. Σε αυτό το κλίμα ξεκίνησε η σύσκεψη των Ελλήνων, που τελείωσε με τον Βασιλέα Λεωνίδα να λέει στους συμμάχους να φύγουνε, για να μην χαθούν κι αυτοί. Έτσι και πράξανε οι υπόλοιποι των Ελλήνων, εκτός από τους Θεσπιείς που Στρατηγό είχαν τον Δημόφιλο του Διαδρόμου και τους Θηβαίους, εκ των οποίων οι πρώτοι μείνανε οικειοθελώς και οι δεύτεροι επειδή ήταν όμηροι των Σπαρτιατών.

Γύρω στο μεσημέρι συναντήθηκαν οι δύο στρατιές. Από την μία μεριά ο ανθός του Ελληνισμού και από την άλλη τα στίφη των βαρβάρων που προχωρούσαν από τα μαστιγώματα των επικεφαλής των. Οι Έλληνες γνωρίζοντας ότι θα πεθάνουνε προχώρησαν στο ευρύτερο σημείο των στενών, όπου κυριολεκτικά κάνανε επίδειξη ανδρισμού και πολεμικής τέχνης. Όμως ο Βασιλέας έπεσε, ο Λεωνίδας πέρασε στο Πάνθεον των Ηρώων του Ελληνισμού και μάχη στήθηκε γύρω από το αγιασμένο σώμα του. Οι Έλληνες απέκρουσαν τέσσερις φορές τους βαρβάρους, ώσπου τελικώς οπισθοχώρησαν πίσω από το τείχος και πέρασαν στα Ηλύσια Πεδία πολεμώντας μέχρι το τέλος. Εξαίρεση αποτέλεσαν οι Θηβαίοι, οι οποίοι σε εκείνο το σημείο παραδόθηκαν, έδωσαν γη και ύδωρ στον Ξέρξη και οι Πέρσες τους στιγμάτισαν με βασιλικά σημάδια, αρχίζοντας από τον αρχηγό τους τον Λεοντιάδη.

Έτσι οι Λακεδαιμόνιοι και οι Θεσπιείς  έμειναν στην Ιστορία ως το φωτοβόλο μεταφυσικό παράδειγμα, που φωτίζει τις ζωές και την μοίρα των Ελλήνων ανά τους Αιώνες. Έτσι απεδείχθη έτι μία ακόμη φορά, αυτό που οι Έλληνες έχουν αποδείξει μυριάδες φορές στην Ιστορία τους, ότι δεν κυλά στο Αίμα μας η νοοτροπία της υποταγής. Τρία επιγράμματα αναφέρει ο Ηρόδοτος ότι χαράχτηκαν στην περιοχή για να θυμίζουν εις τους Αιώνες την Ιστορία.

Ένα για όλους τους Πελοποννησίους: «Μυριάσιν ποτὲ τῇδε τριηκοσίαις ἐμάχοντο ἐκ Πελοποννάσου χιλιάδες τέτορες.»

Ένα για τον Μάντη Μεγιστία: «Μνῆμα τόδε κλεινοῖο Μεγιστία, ὅν ποτε Μῆδοι Σπερχειὸν ποταμὸν κτεῖναν ἀμειψάμενοι, μάντιος, ὃς τότε κῆρας ἐπερχομένας σάφα εἰδώς οὐκ ἔτλη Σπάρτης ἡγεμόνα προλιπεῖν.»

Και ένα για τους Λακεδαιμόνιους και τον Λεωνίδα: «Ὦ ξεῖν᾽, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι.»

Με την θυσία τους οι Λακεδαιμόνιοι και οι Θεσπιείς σύντροφοι τους επέτυχαν την θέωση, την υπέρβαση της ανθρώπινης φύσης και ως εκ τούτου αποτελούν για εμάς, την σύγχρονη και δυστυχώς έσχατη προμετωπίδα αντίστασης του Έθνους έναντι των δυνάμεων της παρακμής, πρότυπο φωτεινό και ελπίζουμε όχι άφταστο.

«Τρανών Προγόνων Ιχνηλάτες
Λαμπρών Αγωνιστών Παιδιά
Οι Νέοι Είμαστε Σπαρτιάτες
Με Την Γενναία Μας Καρδιά
Εμπρός, Πάντα Εμπρός
Μιας Νέας Δόξας Ανατέλλει Ο Καιρός
Εμπρός, Πάντα Εμπρός
Μας Οδηγεί Του Ελληνισμού Το Φως
Εμείς Ανάψαμε Την Δάδα
Σε Μας Γεννήθηκε Η Οργή
Μια Νέα Θέλουμε Ελλάδα
Που Θα Σκεπάσει Όλη Τη Γη
Εμπρός, Πάντα Εμπρός
Μιας Νέας Δόξας Ανατέλει Ο Καιρός
Εμπρός, Πάντα Εμπρός
Μας Οδηγεί Του Ελληνισμού Το Φως»

Κώστας Αλεξανδράκης
Μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Λαϊκού Συνδέσμου Χρυσή Αυγή

Διαβάστε περισσότερα: