Εδώ και κάποιους μήνες στην Ελλάδα, έχει συντελεσθεί μια άνευ
προηγουμένου πολιτική και νομική εκτροπή, η οποία αποτελεί την
ισχυρότερη απόδειξη της ύπαρξης ενός διαπλεκόμενου (παρα)πολιτικού
συστήματος, το οποίο δυστυχώς έχει παρεισφρήσει μέσα στην ίδια τη Δικαιοσύνη.
Σε αρκετές ιστορικές εκτροπές εκτός των αφορμών, οι οποίες
παρουσιάζονται, στην κοινή γνώμη, ως τα αίτια πυροδοτήσεως μιας
συγκεκριμένης κατάστασης, υπάρχουν και οι αιτίες, οι πραγματικές αιτίες,
οι οποίες συνήθως προηγούνται, των αφορμών. Στην περίπτωση της Χρυσής
Αυγής, εκδηλώθηκε ο περίφημος νόμος «η εξαίρεση επιβεβαιώνει τον
κανόνα». Ας αρχίσουμε όμως με την αφορμή, το πρόσχημα, το οποίο
στάθηκε ικανό να ενεργοποιηθούν όλα τα μέσα, θεμιτά ή αθέμιτα, και όλοι
οι παρακρατικοί μηχανισμοί, ώστε να περιθωριοποιήσουν και να πλήξουν δια
της ποινικοποιήσεως ένα ολόκληρα νόμιμο πολιτικό Κίνημα, ένα
κοινοβουλευτικό κόμμα, την Τρίτη πολιτική δύναμη, τη Χρυσή Αυγή:
Αφορμή και συλλογική ευθύνη
Ένα μεμονωμένο, καταδικαστέο γεγονός, έγινε αντικείμενο μιας
επαίσχυντης πολιτικής εκμετάλλευσης, με αποτέλεσμα να μιλούν για
«σύσταση εγκληματικής οργάνωσης». Η έννοια του Δικαίου και η Ηθική Αρχή,
που πρέπει να διαπνέει την Δικαιοσύνη, κατακρημνίζονται. Μια αξιόποινη
πράξη ενός φυσικού προσώπου, κοινώς το αποτέλεσμα μιας μοιραίας
συμπλοκής, ως δια μαγείας αποδόθηκε σε πλήθος άλλων φυσικών προσώπων.
Δυστυχώς η διολίσθηση σε επίπεδα συλλογικής ευθύνης αποτελεί
πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα ζοφερή η οποία έρχεται να μας θυμίσει
σκοτεινές εποχές πλήρους απαξίωσης ή ακόμη και ανυπαρξίας αίσθησης του
Δικαίου και κατ' επέκταση νομικού πολιτισμού. Ο κοινός φορέας, ο
συνδετικός κρίκος, μέσω του οποίου έλαβε σάρκα και οστά η συλλογική
ευθύνη, δεν είναι οικονομικό όφελος, δεν είναι η επιδίωξη κατ'
εξακολούθηση δήθεν εγκληματικών πράξεων μιας ολιγομελούς οργάνωσης, αλλά
ένα ολόκληρο Κίνημα με χιλιάδες υποστηρικτές, ένα νόμιμο πολιτικό
κόμμα! Οι πρωτόγνωρες αυτές μεθοδεύσεις παραβίασαν βάναυσα την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Στο βούλευμα περιπλέκονται τεχνηέντως η πολιτική δράση με ανυπόστατες
κατηγορίες και πράξεις του ΠΚ. Αυτή ακριβώς η «σύνδεση» είναι και το
αδύνατο σημείο όλης αυτής της κωμικής έκθεσης ιδεών. Οι σκευωροί
προσπαθούν ανεπιτυχώς να ερμηνεύσουν περιστατικά και γεγονότα κατά το
δοκούν, να τα συνδέσουν, χωρίς να υφίσταται σχέση αιτίου- αιτιατού,
συγκροτώντας έτσι ένα πολυσέλιδο σαθρό κατασκεύασμα, στο οποίο η
αναντιστοιχία πραγματικών περιστατικών και θεωρίας, είναι οφθαλμοφανής.
Από τα «οπλοστάσια», μέχρι τους «σκοτεινούς» χρηματοδότες διαφαίνεται η
γελοιότητα η οποία διέπει ολόκληρη αυτήν την πολιτική σκευωρία. Εφόσον
ουσιαστικώς κατέπεσαν ήδη οι δυο αυτές βαρύγδουπες μεν, κούφιες δε,
κατηγορίες, στο βούλευμα οι αξιόποινες πράξεις περιορίζονται σε κάποια,
περιστατικά τα οποία ουδεμία σχέση έχουν με πολιτική δράση, ενώ σε καμιά
περίπτωση δεν στοιχειοθετείται σχέση εντολής και φυσικά δεν υφίσταται
καθοδήγηση.
Στο περιβόητο άρθρο 187 ΠΚ, περί εγκληματικής οργάνωσης, διαβάζουμε: «
Με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών τιμωρείται όποιος. επιδιώκει τη διάπραξη
περισσότερων κακουργημάτων που προβλέπονται στα άρθρα.». Πραγματικώς,
είναι απορίας άξιον πως θα θεμελιωθεί νομικώς αυτή η «επιδίωξη», όταν
αποδίδουν - με στοιχεία που τους διαψεύδουν, αλλά τα αποκρύπτουν- μια
τυχαία πράξη συμπλοκής ενός φυσικού προσώπου σε πλήθος άλλων άσχετων με
αυτό φυσικών προσώπων; Ή πως θα θεμελιωθεί αυτή η «επιδίωξη»
όταν χρεώνουν άσχετες πράξεις οπαδών στο κόμμα και σε εκπροσώπους του;
Με την ίδια λογική, δηλαδή, οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη τελείται από
φυσικό πρόσωπο θα πρέπει να αναζητείται η κομματική του ταυτότητα και να
στοιχειοθετείται σχέση με στελέχη του κόμματος αυτού;
Από πότε μια
συλλογική οντότητα, ένα πολιτικό κόμμα οφείλει να γνωρίζει τι πράττει ή
τι θα πράξει ο κάθε άσχετος φερόμενος ως οπαδός; Και τέλος, από πότε
κατηγορείται η ηγεσία ενός κόμματος για τις πράξεις οπαδών του; Είναι
εμφανές, ότι η θεμελίωση της «επιδίωξης» αυτής καθίσταται, ήδη,
δυσεπίτευκτη από την προδικασία. Στην επ' ακροατηρίου διαδικασία θα
καταρριφθεί χωρίς αμφιβολία.
Αιτία
Το θλιβερό αυτό περιστατικό, το οποίο καταδίκασε η Χρυσή Αυγή
απεριφράστως εξ' αρχής, και απετέλεσε την αφετηρία όλων αυτών των
διώξεων και του αδιάλειπτου πολέμου, ήταν απλώς η αφορμή. Ήταν η αφορμή
που έπρεπε να χρησιμοποιήσουν ώστε να βγάλουν από τη μέση ένα Κίνημα το
οποίο εξέθετε ανεπανόρθωτα ένα ολόκληρο σύστημα. Και αυτή ακριβώς είναι η
αιτία: Η Χρυσή Αυγή αποτέλεσε την εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον
κανόνα, τον κανόνα που διαπνέει την παγκόσμια πολιτική ιστορία: Όποιος
αντιτίθεται σε ένα πολιτικό σύστημα διαπλοκής, το σύστημα αυτό ΔΕΝ τον
αντιμετωπίζει με πολιτικούς όρους. Τον «εξαιρεί», τον στοχοποιεί και τον
διώκει με ό,τι μέσο διαθέτει.
Το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα αποτελείται από ανακυκλώσιμα είδη, τα
οποία συντηρούν την ισχύουσα καθεστηκυία τάξη. Η Χρυσή Αυγή ήταν αυτή η
πολιτική ομάδα η οποία τόλμησε να αποκαλύψει όλο το βρώμικο παρασκήνιο
της τάξης αυτής, και να εκθέσει τις πράξεις διαφθοράς, διαπλοκής και
εθνικής προδοσίας όλων αυτών που την συναποτελούσαν, στον Ελληνικό λαό.
Η Χρυσή Αυγή είναι η πολιτική οντότητα που εναντιώθηκε σε αυτήν την
κατεστημένη τάξη ανομίας, ξεσκεπάζοντας την διαβόητη πολιτική προδοτική
μνημονιακή συμμορία της μεταπολίτευσης. Αυτή είναι η μοναδική Αιτία που
διώκεται το Ελληνικό Εθνικιστικό Κίνημα της Χρυσής Αυγής.
Γεώργιος Σύρος, νομικός