Επισκέφθηκα χθες, όπως κάνω συχνά, τους πολιτικούς κρατουμένους στον Κορυδαλλό.
Όχι προκειμένου να συζητήσουμε την (ανύπαρκτη) υπόθεση που τους κρατά
σιδηροδέσμιους και μακριά από τις οικογένειές τους. Αλλά για να δω πώς
βιώνουν τον μεγάλο αγώνα των εκλογών - πρόκριμα, καθηλωμένοι από το
καθεστώς, τη στιγμή που έπρεπε, περισσότερο από τον καθένα, να είναι
ενεργοί.
Εντυπωσιάστηκα από το γεγονός ότι η προσωπική τους υπόθεση, είχε παντελώς παραμεριστεί από την ελπίδα για ένα καλό αποτέλεσμα,
ο νους τους ήταν σε εγρήγορση μόνο για τις λεπτομέρειες της καλύτερης
οργάνωσης του προεκλογικού αγώνα και οι ερωτήσεις τους αφορούσαν μόνο τη
συμμετοχή του κόσμου στις κατά τόπους εκδηλώσεις.
Λυπάμαι, δεν μπορώ να βρω πιο έμπρακτη απόδειξη της λέξεως
«αυταπάρνηση» και «στωικότητα» στον τρόπο με τον οποίο βιώνουν την
υπόθεσή τους, που είναι η υπόθεση ενός ολόκληρου κινήματος. Ενός
κινήματος που από την αρχή ήταν στο στόχαστρο, στην αρχή των
«δημοσιογράφων», μετά του πολιτικού κατεστημένου, μετά του δικαστικού
«συστήματος», μετά των τρομοκρατών. Και που τώρα, αφού σε πείσμα όλων
κατάφερε να συνεχίσει να υφίσταται και να μεγαλώνει, έφτασε στην
κρίσιμη στιγμή να ζητήσει με παρρησία την υπέρτατη επιβεβαίωσή του: την ψήφο του λαού.
Αν στις δημοκρατίες υπάρχει ένα τεκμήριο (όχι αμάχητο πάντως) ότι ο
λαός έχει δίκιο, τότε είναι προφανές, πως οποιοδήποτε ποσοστό στις
Ευρωεκλογές πάνω από εκείνο που οδήγησε τη Χρυσή Αυγή στην Βουλή (και
κατευθείαν μετά στη φυλακή), αποτελεί επικύρωση της ορθής πορείας
της, επισφράγιση των πολιτικών της θέσεων, επιβράβευση των προσώπων που
εξέφρασαν τις θέσεις της.
Αυτός είναι και ο λόγος που έκαναν το παν, προκειμένου η Χρυσή Αυγή να μην φτάσει ως εδώ. Αλλά έφτασε.
Και επειδή δεν μπορούν να αναιρέσουν την απλή αυτή συνεπαγωγή της
λογικής- και της δημοκρατίας- ότι δηλαδή ένα καλύτερο ποσοστό από εκείνο
των τελευταίων εκλογών θα σημαίνει ναυάγιο στα σχέδιά τους, προτίμησαν
να το αποφύγουν, χωρίς να μπορέσουν.
Θέλησαν να το αποφύγουν και για έναν ακόμα λόγο. Επειδή, μεταξύ
μας, γνωρίζουν ότι με τον τρόπο αυτό, θα καταπέσει στην ουσία και η
θεμελιώδης βάση του «κατηγορητηρίου» τους: Ότι δηλαδή η Χρυσή Αυγή
(όσοι παρακολουθούν τις συγκεντρώσεις της, όσοι συμμετέχουν ως
υποψήφιοι, όσοι διαδίδουν τις θέσεις της κλπ) αποτελούν εγκληματική
οργάνωση.
Γιατί αμέσως μετά, θα πρέπει να απαντήσουν, συνακόλουθα, και το εξής αναπάντητο (σε δημοκρατία) ερώτημα: Και αν ο λαός επιθυμεί να κυβερνάται από «εγκληματίες» εμείς τι κάνουμε;
Παραμένουμε «δημοκράτες» ή αλλάζουμε το πολίτευμα; Είδατε που καμιά φορά, αντίθετα με όσα λένε, η Δημοκρατία έχει και… αδιέξοδα;
Γιάννης Ζωγράφος
Δικηγόρος- Μ.Δ.Ε. Ποινικού Δικαίου
Δικηγόρος- Μ.Δ.Ε. Ποινικού Δικαίου