Όσο ευφάνταστα μπορεί κανείς να σκεφτεί πώς θα ήταν η Ελλάδα χωρίς
την πρόωρη απώλεια του Ίωνα Δραγούμη το 1920, άλλο τόσο ευφάνταστα
αναρωτιέται πώς θα ήταν αν ο Παύλος Μελάς δεν είχε σκοτωθεί τόσο νωρίς.
Το ότι και τα δύο αυτά πολύ σημαντικά πρόσωπα της νεώτερης ιστορίας μας
είχαν συγγενικό δεσμό και ταυτότητα σκέψεων και ενεργειών μπορεί να
είναι μια απλή συγκυρία ή μπορεί και να οφείλεται μέσα στην ατμόσφαιρα
που ανατράφηκαν…
Εκατόν δώδεκα χρόνια συμπληρώνονται από τον θάνατο του Παύλου Μελά.
Λίγο έως πολύ όλοι γνωρίζουμε τον πατριωτισμό και τη θυσία του για να
εξασφαλισθεί η ελληνικότητα της Μακεδονίας. Ένας νεαρός και ενθουσιώδης
αξιωματικός που εγκατέλειψε την ηρεμία της υπηρεσίας και τη γαλήνη ενός
μεγαλοαστικού αθηναϊκού σπιτιού για να πιάσει το καριοφίλι και κάτω από
την προστασία μιας μάλλινης κάπας να πρωταγωνιστήσει σ’ έναν εντελώς
αβέβαιο αγώνα.
Ο Μακεδονικός Αγώνας, που ο Παύλος Μελάς, μαζί με πολλούς
άλλους, σφράγισε τον Οκτώβριο του 1904 με τον άδικο και ηρωικό του
θάνατο, είναι ένας μεγάλος σταθμός της εθνικής μας πορείας: Μεγάλος
γιατί οδήγησε στη σωτηρία και στην απελευθέρωση της Μακεδονίας και έγινε
αφορμή να αποκαλυφθούν και πάλι οι θεμελιακές εκείνες αρχές, που
συνιστούν το διαχρονικό χαρακτήρα του Έλληνα.
Ο Παύλος Μελάς, κατά τη διάρκεια των παιδικών και εφηβικών του
χρόνων, πέραν από τα εκ γενετής προτερήματα και ελαττώματά του,
ανέπτυξε, ως ένα μεγάλο βαθμό, την προσωπικότητά του και απέκτησε τα
ωραία ιδανικά του κάτω από τη συνεχή επιρροή της οικογενειακής του
παράδοσης, του οικογενειακού περιβάλλοντος, της συμπεριφοράς και της
πατριωτικής δράσης του αγωνιστή πατέρα του, των σοβαρών
πολιτικοστρατιωτικών γεγονότων που συνέβησαν στην περίοδο 1878-1885,
αλλά και του εθνικού παλμού που επικρατούσε-την ίδια εποχή- σε ολόκληρη
την ελληνική κοινωνία και κυρίως στα Δημοτικά Σχολεία και Γυμνάσια της
χώρας. Επομένως, συνειδητή και αταλάντευτη ήταν η απόφασή του να
διαλέξει το υψηλό λειτούργημα του αξιωματικού, γιατί πίστευε ακράδαντα
ότι με αυτόν και μόνον τον τρόπο θα μπορούσε να υπηρετήσει την πατρίδα
του και για αυτήν να θυσιαζόταν. Έτσι λοιπόν, τον Αύγουστο του 1891, ο
Παύλος Μελάς, ύστερα από πενταετή ευδόκιμηφοίτηση στο Στρατιωτικό
Σχολείο Ευελπίδων (ΣΣΕ), διανύοντας το 21° έτος, ονομάσθηκε
Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού, έδωσε τον όρκο του Αξιωματικού.Πίστευε ότι ο
στρατός αποτελεί το μεγαλύτερο εθνικό σχολείο, από το οποίο όλοι θα
αποφοιτήσουν και έτσι θα αποκτήσουν ενιαία αντίληψη επ' αγαθώ της
Πατρίδος.
Ο Παύλος είχε γνωρίσει τη Ναταλία αρχικά ως Εύελπις, στην τελευταία
τάξητου Σχολείου, σε κάποια φιλανθρωπική αγορά. Λίγο αργότερα, ως
Ανθυπολοχαγός, την ξανασυνάντησε στην Κηφισιά σε ορισμένες συναναστροφές
και ηαμοιβαία συμπάθεια όπως και η σφοδρή έλξη που γρήγορα
αναπτύχθηκαν, είχανως ευτυχή κατάληξη το Μάρτιο του 1892 να τελέσουν
τους αρραβώνες τους, παράτις κάποιες επιφυλάξεις των γονέων τους, λόγω
του νεαρού της ηλικίας τους.Οι γάμοι του Παύλου και της Ναταλίας
τελέσθηκαν λίγο αργότερα, τον Οκτώβριο του 1892, στο σπίτι των
Δραγούμηδων στην Κηφισιά, όπου παρέστησαν όλοι οι συμμαθητές του Παύλου
στο ΣΣΕ. Οι νεόνυμφοι εγκαταστάθηκαν αρχικά στην πατρική κατοικία του
Παύλου, αλλά ύστερα περίπου από ένα χρόνο νοίκιασαν ένα μικρό σπίτι
κοντά στους στρατώνες του πυροβολικού.Στα μέσα του 1894 γεννήθηκε το
πρώτο τους παιδί, που το ονόμασαν Μιχαήλ, όπως τον πατέρα του Παύλου,
αλλά που στο σπίτι ύστερα τον φώναζαν Μίκη. Η χαρά του Παύλου ήταν
απερίγραπτη, βλέποντας το γιο του να μεγαλώνει και μετά την υπηρεσία του
αφιέρωνε σε αυτόν τον περισσότερο χρόνο του.Πέρα όμως από την
ειδυλλιακή οικογενειακή ατμόσφαιρα, ο Παύλος Μελάςάρχισε σιγά-σιγά να
ανησυχεί και να θλίβεται με τους επικρεμάμενους κινδύνους που
αντιμετώπιζε η πατρίδα μας και ειδικότερα με την αποτελμάτωσητων εθνικών
θεμάτων.Το 1900, ήταν τοποθετημένος στο 2° ΣύνταγμαΠυροβολικού στην
Αθήνα, η δε υπηρεσία του κυλούσε μονότονα, χωρίς να διαφαίνεται στοορατό
μέλλον προοπτική προαγωγής (ήδη συμπλήρωνε δέκαχρόνια ως Ανθυπολοχαγός)
ήγενικότερης βελτιώσεως της καταστάσεως του στρατεύματος.Την ίδια εποχή
απέκτησε και δεύτερο παιδί, κοριτσάκι, τηΖωή.
Ως αξιωματικός είχε πάρει μέρος στον ατυχή πόλεμο του 1897 και
παρά τον ενθουσιασμό του, είχε δει τότε να συντρίβονται ως διά μαγείας
τα εθνικά όνειρα της εποχής.Το Ελληνικό Κράτος, δυστυχώς, έχοντας
εξέλθει ταπεινωμένο, καθημαγμένο και οικονομικά κατεστραμμένο από τον
πόλεμο του 1897, τα πρώτα χρόνια δεν έδωσε μεγάλη σημασία στα
τεκταινόμενα στη Μακεδονία και δε διέγνωσε εγκαίρως το μεγάλο κίνδυνο
εκβουλγαρισμού του ελληνικού πληθυσμού.Η Βουλγαρία μεγάλωσε, η
Ελλάδα ταπεινώθηκε και, επιπλέον, δέχτηκε τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο
το 1898.Μέσα στην περίεργη ατμόσφαιρα των ημερών που ακολούθησαν,
έχοντας χάσει τον πατέρα του, με τον οποίο ήταν στενά συνδεδεμένος,
συνέχισε απρόσκοπτα να πιστεύει στα εθνικά οράματα αποκατάστασης των
αλύτρωτων ελληνικών πληθυσμών.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο Μακεδονικός Αγώνας στις αρχές του 20ού
αιώνα, ιδιαίτερα κατά την περίοδο 1904-1908, εντάθηκε από την πλευρά των
Βουλγάρων με την αποστολή ένοπλων ομάδων, που προσπαθούσαν να
επιβάλλουν στους ελληνικούς πληθυσμούς να προσχωρήσουν στη Βουλγαρική
Εξαρχία. Ιδιαίτερα στρέφονταν κατά των Ελλήνων δασκάλων και ιερέων,
ώστε οι πληθυσμοί να μένουν ακέφαλοι εκπαιδευτικά και εκκλησιαστικά και
να υποτάσσονται ευκολότερα στις βουλγαρικές αξιώσεις.
Η προπαγάνδα γινόταν στα σχολεία και τις εκκλησίες, με δασκάλους και ιερείς που στέλνονταν από τη Βουλγαρία.
Οι Έλληνες αντέδρασαν φτιάχνοντας περισσότερα σχολεία και εκκλησίες,
περισσότερους δασκάλους και ιερείς. Η αφοσίωση του κλήρου στο
Οικουμενικό Πατριαρχείο αποτελούσε στοιχείο συσπείρωσης των χριστιανών
γύρων από την «ελληνική ιδέα». Φωτισμένοι και δυναμικοί ιεράρχες, με το
θάρρος τους, κατάφεραν να αντιστρέψουν το κλίμα.
Με πλήρη συναίσθηση των κινδύνων, κυρίως όμως του εθνικού χρέους του,
ανέλαβε πρόθυμα την πολυπόθητη γι αυτόν μυστική αποστολή στη Μακεδονία.
Ήταν σε συνεχή επικοινωνία με τον Ίωνα Δραγούμη, ο οποίος, μεταξύ άλλων
του έγραφε: «καταφεύγω σε σένα γιατί είσαι ο καλλίτερος πατριώτηςπου είδα στην Ελλάδα»
και του συνιστούσε να εργασθούν σκληρά και συντονισμένα για να σωθεί η
Μακεδονία. Ο Παύλος ανταποκρίθηκε αμέσως στο κάλεσμα αυτό και πήγε από
τους πρώτους για να ενισχύσει των Ελλήνων που ζούσαν εκεί υπό οθωμανικό
καθεστώς, κυρίως όμως για να οργανώσει την άμυνα απέναντι στη δράση των
Βούλγαρων κομιτατζήδων. Μόνον έτσι μπόρεσαν να αναθαρρήσουν οι Έλληνες
εκεί και να προετοιμασθεί η απολύτρωση της ελληνικής Μακεδονίας.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι στο σύντομο διάστημα που ο Ανθυπολοχαγός
Παύλος Μελάς αγωνίζεται με όλες τις δυνάμεις του για την ιερή υπόθεση
της Μακεδονίας, βρίσκει ότι είναι εθνικά αναγκαίο και ηθικά απαραίτητο
νααποστείλει μια επιστολή προς ένα “Νεαρό Εύελπι’’, ως μιαανεπανάληπτη
διαχρονική υποθήκη προς όλους τους Ευέλπιδες, στην οποία γράφει:
«Η ζωή είναι πόλεμος. Η γη σου είναι φρούριο και χρέος σου η ΝΙΚΗ.
Μη μιλάς, να σκέπτεσαι, ν’ αγαπάς, να μην πονάς.
Ένας είναι ο σκοπός σου, ο ΠΟΛΕΜΟΣ.
Πολέμα για τα ιδανικά σου, για τα Ελληνικά ιδανικά του ανθρωπισμού.
Πολέμα για την ΜΕΓΑΛΗ ΙΔΕΑ.
Άνδρες που περπατούν στη ζωή ευθυτενείς και με γαλήνη, μαθημένοι
να πονούν χωρίς να υποφέρουν, να νικούν χωρίς να θριαμβολογούν, να
νικώνται χωρίς να μοιρολογούν. Αυτοί είναι οι πραγματικοί άνδρες,
θεμέλια γενεών.
Αυτοί είναι οι Ευέλπιδες οι αυριανοί ηγήτορες του Έθνους.
Νεαρέ Εύελπι μάθε και εξασκήσου να είσαι απλός, ολιγόλογος, συγκροτημένος, σεμνός.
Λίγα λόγια, πολλά έργα.
Ανθρωπιά μεγάλη, πειθαρχία, πείσμα, αντοχή.
Όποιος σε κοιτά, τα μάτια του να γεμίζουν παλλικάρι.
Περισσότερο να προσβάλλεσαι όταν σε κυριεύει ο πόνος.
Μη θυμώνεις, χειρότερα είναι να χτυπήσεις έστω και εάν μόλις κρατιέσαι με έναν κόμπο στο λαιμό.
Να φύγεις είναι δειλία. Μόνος σου αποφάσισες να γίνεις Αξιωματικός.
Απελπισία, ύστερα να γελάς και από την μία μέρα στην άλλη γίνεσαι
άνδρας, δηλαδή, μαθαίνεις να κρατάς μέσα σου τον πόνο και την απορία,
έτσι χωρίς να φαίνεται, αλλά να επιμένεις πάντα στο σκοπό σου, στα
όνειρά σου».
Παύλος Μελάς (ή Μίκης Ζέζας) Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού Τάξις 1891