Αντιφών ο Ραμνούσιος
Ο πρώτος που προσάρμοσε τον ρητορικό λόγο στην δικαστηριακή πράξη.
|
Ο Αντιφών ο Αθηναίος, καταγόμενος από τον Ραμνούντα της Αττικής, υπήρξε πολιτικός και μαθητής του Γοργία. Καταγόταν από αριστοκρατικό γένος, ενώ τα ολιγαρχικά του ιδεώδη περιόρισαν την πολιτική του δράση για πολλά έτη στην δημοκρατική πόλη των Αθηνών του 5ου αιώνα π.Χ. Γεννήθηκε την εποχή των Περσικών Πολέμων και ήταν γιος και μαθητής του σοφιστή Σόφιλου, που, καθώς λέγεται, υπήρξε δάσκαλος του Αλκιβιάδη.
Ένα από τα σπουδαιότερα προσόντα των πολιτικών ανδρών της εποχής ήταν και η άρτια ρητορική μόρφωση, για αυτό και οι γονείς του φρόντισαν ως προς τον τομέα αυτό, με αποτέλεσμα ο Αντιφώντας να αναδειχθεί πολύ σύντομα σε άριστο ρήτορα. Την ικανότητά του αυτή την αξιοποίησε και την εκμεταλλεύτηκε γράφοντας λόγους για αυτούς που είχαν υποθέσεις στα δικαστήρια, ενώ παράλληλα δίδασκε την ρητορική τέχνη στους νέους των αριστοκρατικών οικογενειών.
Υπήρξε, λοιπόν, ένας εκ των σπουδαιότερων ρητοροδιδασκάλων των κλασικών χρόνων, ο αρχαιότερος από όλους τους αττικούς ρήτορες, καθώς και συγγραφέας ρητορικών λόγων επ’ αμοιβή. Αξίζει, δε, να αναφερθεί ότι ήταν ο πρώτος από τους αττικούς ρήτορες που κατόρθωσαν να προσαρμόσουν τον ρητορικό λόγο στην δικαστηριακή πράξη, εγκαινιάζοντας το «δικανικό» είδος του ρητορικού λόγου, καθώς και ο πρώτος που προχώρησε στην καταγραφή των λόγων του, συνειδητοποιώντας ότι ο έντεχνος ρητορικός λόγος, εκτός από την πρόσκαιρη συμβολή του στην εξέλιξη μιας δίκης, μπορούσε ταυτόχρονα να αποτελέσει ένα λογοτεχνικό έργο με πνευματική αυτοτέλεια και διάρκεια.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι επειδή ήταν αντίθετος με την φιλολαϊκή πολιτική του δημοκρατικού κόμματος και επειδή εξαιτίας των ολιγαρχικών του ιδεών είχε γίνει στόχος των κωμικών ποιητών, ο Αντιφώντας δεν αναμιγνυόταν ποτέ σε δημόσιες συζητήσεις, ούτε εμφανιζόταν ως ρήτορας στην Βουλή και στα δικαστήρια.
Αν και ο ίδιος δεν πολιτεύτηκε ποτέ, αποτέλεσε την ψυχή του ολιγαρχικού πραξικοπήματος του 411 π.Χ. επί των δυσκολότερων φάσεων του Πελοποννησιακού Πολέμου, που κατέλυσε για οκτώ μήνες το δημοκρατικό πολίτευμα, όταν οι ολιγαρχικοί επιχείρησαν την μετάσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος σε ολιγαρχία, βοηθούμενοι από την αποστροφή που είχε προξενήσει σε μεγάλο αριθμό Αθηναίων πολιτών της μεσαίας τάξης η οχλοκρατική διακυβέρνηση των δημοκρατικών.
Έτσι, ο Αντιφών εμφανίζεται στην πολιτική ζωή της Αθήνας με την επιβολή του ολιγαρχικού καθεστώτος των Τετρακοσίων, στον ρόλο του ιθύνοντος νου και του θεωρητικού των αδιάλλακτων ολιγαρχικών, και συνάμα ως αντίπαλος του αρχηγού των μετριοπαθών, Θηραμένη. Ωστόσο, ένα έτος αργότερα, το 410 π.Χ., το ολιγαρχικό καθεστώς ανατρέπεται, με αποτέλεσμα οι ηγέτες του να καταφύγουν στο σπαρτιατικό στρατόπεδο της Δεκέλειας.
Ο ρήτορας Αντιφών, όμως, δεν τους ακολούθησε στη φυγή τους. Προτίμησε να παραμείνει στην πόλη, όπου δικάστηκε για προδοσία, καταδικαζόμενος σε ποινή θανάτου. Ο ίδιος προτίμησε να πιει κώνειο, μια πράξη γενναία που προκάλεσε τον θαυμασμό του μεγάλου Έλληνα ιστορικού Θουκυδίδη. Αντιμετώπισε τους δικαστές του με απόλυτη αταραξία και απολογήθηκε με έναν περίφημο λόγο, που έμεινε από τότε μοναδικό ρητορικό υπόδειγμα, κερδίζοντας τον θαυμασμό όλων των μεταγενέστερων του. Επίσης, εκτός από την θανατική ποινή, ως ένοχος εσχάτης προδοσίας ο Αντιφώντας τιμωρήθηκε και με απαγόρευση ταφής επί του αθηναϊκού εδάφους, καθώς και με δήμευση της περιουσίας του, ενώ οι απόγονοι του τιμωρήθηκαν με στέρηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων.
Σύμφωνα με ιστορικές πηγές συνέγραψε δικανικούς λόγους υπό τους τίτλους «Περί του Ηρώδου φόνου», «Περί του χορευτού»και «Περί φαρμακείας κατά της μητρυίας». Επίσης, μας παραδίδονται αποσπάσματα από τον διασωθέντα λόγο του «Περί μεταστάσεως», του μοναδικού που εκφώνησε ο ίδιος ο Αντιφών το 410 π.Χ.ως απολογία στη δίκη του για την κατηγορία της προδοσίας, και ο οποίος αποτελεί έναν από τους πλέον ονομαστούς λόγους που γνώρισε ο αρχαίος ελληνικός λόγος. Συγκεκριμένα ο Θουκυδίδης, μιλώντας για τον λόγο αυτό του Αντιφώντα, αναφέρει ότι ήταν η ωραιότερη, κατά την γνώμη του, απολογία που ακούστηκε μέχρι των ημερών του σε δίκη, με τίμημα την ποινή του θανάτου.
Επίσης, διεσώθησαν αρκετά αποσπάσματα και από άλλους λόγους του, με το «Περί του Σαμοθρακών φόρου» και το «Περί του Λινδίων φόρου» να αυξάνουν τις πιθανότητες ο ρήτορας να είχε αναλάβει την υπεράσπιση των συμμάχων, που έκαναν ενστάσεις στην αθηναϊκή βουλή για τους υπέρογκους φόρους που τους είχαν επιβληθεί. Ωστόσο, ο πρώτος λόγος φαίνεται πως γράφηκε περίπου το 425 π.Χ. και απαγγέλθηκε από τον εκπρόσωπο των Σαμοθρακών.
Πράγματι, οι λόγοι του Αντιφώντος παρουσιάζουν αξιοσημείωτη αρχιτεκτονική, άψογη αττική έκφραση και αρκετά ρητορικά στοιχεία, ανοίγοντας νέους δρόμους στην ποινική δικαιοσύνη της εποχής του και αναπτύσσοντας παράλληλα ένα νέο είδος επιχειρηματολογίας υπέρ του κατηγορουμένου. Επίσης, το έργο του μπορεί να χωριστεί σε δυο κατηγορίες, δηλαδή σε λόγους για δίκες φόνων, τους οποίους συνέγραψε για λογαριασμό τρίτων, καθώς και σε μερικά ρητορικά γυμνάσματα. Ωστόσο, σημειώνεται ότι η νεότερη φιλολογική έρευνα βασανίστηκε πολύ για να ξεχωρίσει το έργο του από το έργο του ομώνυμου σοφιστή.
Ο ρήτορας Αντιφών είχε κερδίσει τον έπαινο του μεγάλου Έλληνα ιστορικού Θουκυδίδη, που κάποιες πηγές τον φέρουν και ως μαθητή του, και ο οποίος στο σύγγραμμα του «Ιστορία» τον εγκωμιάζει για το ήθος και τον τρόπο που αντιμετώπισε το τέλος του. Επίσης, στους «Βίους των δέκα ρητόρων» που αποδίδονται στον Πλούταρχο, αναφέρεται ότι ο Αντιφώντας αποκαλείτο και «Νέστωρ» για την οξυδερκή ενασχόληση του με ρητορικούς λόγους, ενώ ο Πλάτων τον θεωρούσε έναν πολύ σπουδαίο διδάσκαλο ρητορικής.